Η διαδικασία αποκατάστασης σε περίπτωση συκοφαντικής δυσφήμισης

0
24


Σε περιπτώσεις, επαναλαμβανόμενων συκοφαντικών διαδόσεων, ο παθών μπορεί να αιτηθεί την άμεση προστασία του ζητώντας την έκδοση δικαστικής απόφασης με την οποία να διατάσσεται να απόσχει ο καθ’ ου από τις πράξεις αυτές (ασφαλιστικά μέτρα).
Το περιεχόμενο των αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ακόμη και αν εδράζεται επί πραγματικού γεγονότος και από δικαιολογημένη αγανάκτηση, κρίθηκε ότι έχει σκοπό εξυβριστικό και δυσφημιστικό (Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών 125/2023).  Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι μετά την πάροδο πολλών μηνών, δεν σημειώθηκε κάποιο άλλο επεισόδιο, πιθανολογείται ότι προσβάλλεται η προσωπικότητα του δράστη, από τις αναφερόμενες αναρτήσεις, το περιεχόμενο των οποίων ακόμη και αν εδράζεται επί πραγματικού γεγονότος και από δικαιολογημένη αγανάκτηση προκύπτει ότι έχει σκοπό εξυβριστικό και δυσφημιστικό. Επομένως, δεδομένου ότι η προσβολή της προσωπικότητας είναι ενεργή και διαρκής, λόγω της μη διαγραφής των ως άνω αναρτήσεων, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Τα  δικαστικά έξοδα του αιτούντος πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του καθ’ ού, του δράστη που συκοφαντεί, λόγω της ήττας του (176 ΚΠοΛΔ) .ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Το    αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης είναι κατ’ έγκληση διωκόμενο, απαιτείται δηλαδή προηγούμενη υποβολή έγκλησης από τον παθόντα. Σύμφωνα με το άρθρο 114 παρ. 1 ΠΚ, όταν για την κίνηση της ποινικής δίωξης κατά μίας έκνομης πράξης απαιτείται η υποβολή εγκλήσεως, έχουμε εξάλειψη του αξιοποίνου αυτής, εάν ο δικαιούχος δεν υποβάλλει την έγκληση εντός προθεσμίας τριών μηνών από την ημέρα που έλαβε γνώση για την πράξη που τελέστηκε σε βάρος του και για το πρόσωπο του δράστη ή για έναν από τους συμμετόχους.  Ως «γνώση» ορίζεται η πληροφόρηση του παθόντος κατά τρόπο πλήρη, σαφή και συγκεκριμένο περί των πραγματικών περιστατικών. Η τρίμηνη προθεσμία είναι αποκλειστική. Για τον υπολογισμό της λαμβάνεται υπόψη και η ημέρα της γνώσεως, λήγει δε όταν παρέλθει η τελευταία ημέρα του τρίτου μήνα.
Προστατευόμενο έννομο αγαθό συνιστά η τιμή και η υπόληψη του προσβαλλόμενου προσώπου. Ως «τιμή» νοείται η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία, με βάση την ηθική αξία που έχει, συνέπεια εκπληρώσεως των ηθικών και νομικών κανόνων, ενώ ως «υπόληψη» νοείται η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την κοινωνική αξία του, συνέπεια των ιδιοτήτων και ικανοτήτων που έχει για την εκπλήρωση των ιδιαιτέρων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματός του [ΑΠ 28/2017].. Ως «ισχυρισμός» νοείται η ανακοίνωση που γίνεται με βάση την πεποίθηση ή γνώση του δράστη ή από μετάδοση από τρίτο πρόσωπο, ενώ «διάδοση» υπάρχει όταν ο δράστης μεταδίδει μια ανακοίνωση που έγινε από άλλον, χωρίς απαραίτητα να την υιοθετεί.    Ο  ισχυρισμός ή η διάδοση απαιτείται να λάβει χώρα ενώπιον τρίτου προσώπου, διάφορο του παθόντος (άλλως θα πρόκειται περί εξύβριση), ενώ είναι αδιάφορο αν εκείνος, ενώπιον του οποίου έλαβε χώρα ο ισχυρισμός ή η διάδοση, γνώριζε το ανακοινωθέν ή αν είχε τη δυνατότητα να το πληροφορηθεί από άλλους. Ως γεγονός θεωρείται κάθε περιστατικό, κατάσταση ή συμπεριφορά αναγόμενη στο παρελθόν ή το παρόν, που έχει εξωτερικευθεί και υποπίπτει στις αισθήσεις, αντίκειται στα ήθη και την ευπρέπεια και είναι δεκτικό αποδείξεως. Το «γεγονός» απαιτείται να είναι κατάλληλο, πρόσφορο δηλαδή προκειμένου να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του φυσικού προσώπου. Η προσφορότητα αυτή σταθμίζεται με κριτήρια αντικειμενικά. Απαιτείται να είναι δυνατή η ταυτοποίηση του προσβαλλόμενου προσώπου με αντικειμενικά κριτήρια, είτε ονομαστικά, είτε με οποιονδήποτε χαρακτηρισμό ή άλλον τρόπο, δηλαδή ακόμη και εμμέσως [ΑΠ 6/1978 ΠοινΧρ ΚΗ’, 393].
Το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, όπως και τα συγγενή αδικήματα της εξύβρισης και της δυσφήμησης, τιμωρούνται από τα ποινικά δικαστήρια, αν αποδειχτεί ενοχή του δράστη. Ωστόσο, πέρα από το ποινικό σκέλος που αφορά την τιμωρία του δράστη, ένας άνθρωπος που έχει υποστεί μια προσβολή στο πυρήνα της προσωπικότητας του, έχει τη δυνατότητα δια του αστικού δικαίου να του αποδοθούν χρήματα από το δράστη εκ δικαστικής αποφάσεως, ώστε να νιώσει μια έμπρακτη δικαίωση για το συμβάν που υπέστη.ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Πέρα από τη δυνατότητα για εφαρμογή των διατάξεων περί αδικοπραξίας, ο νόμος παρέχει τη δυνατότητα για αποκατάσταση της ηθικής βλάβης στον παθόντα, δηλαδή στον αποδέκτη συκοφαντικής δυσφημήσεως. Το έννομα αγαθά που προστατεύει ο νόμος σε περιπτώσεις προσβολής της προσωπικότητας, είναι αφενός η τιμή και αφετέρου η υπόληψη του παθόντα.                                                                                  Στην αγωγή για προσβολή προσωπικότητας χρησιμοποιείται η διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία, <<όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται>>.
Σύμφωνα μάλιστα, με το άρθρο 59 ΑΚ, <<Στις περιπτώσεις των δύο προηγούμενων άρθρων το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις>>.   Σύμφωνα με το άρθρο 914 ΑΚ <<όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει>> και στο άρθρο 932 ΑΚ προβλέπεται η ηθική βλάβη του παθόντα καθώς αναφέρεται πως <<Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του.   Σε κάποιες περιπτώσεις , τελείται και το αδίκημα της εκβίασης:  Όποιος, με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, εξαναγκάζει κάποιον με βία ή με απειλή σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή από την οποία επέρχεται ζημία στην περιουσία του εξαναγκαζομένου ή άλλου. Σύμφωνα με την απόφαση 643/2020 ΠΠρΑθ η νομοθεσία για την προσβολή προσωπικότητας δια του τύπου εφαρμόζεται και όταν το αδίκημα συντελείται μέσω ιστοσελίδων ή άλλων διαδικτυακών ιστοτόπων όπως το Youtube.
Ο προσβαλλόμενος πριν ασκήσει αγωγή για την αποκατάσταση της ζημίας του, υποχρεούται να καλέσει με έγγραφη εξώδικη να αποκαταστήσει την προσβολή με την καταχώριση, στο μέσο που συντελέστηκε το αδίκημα, ανακλητικής δήλωσης.ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Η παρέλευση άπρακτου διαστήματος δέκα ημερών ή η μη δημοσίευση της ανάκλησης με την πρώτη ευκαιρία θεωρείται άρνηση.
Η  μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση πρέπει να υποβάλλεται εντός τριών μηνών από την ημέρα της παράνομης πράξης ή από την ημέρα που αντιλαμβάνεται το θύμα το γεγονός.                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                              Σε περίπτωση, συκοφαντικής δυσφήμισης, ο παθών – το θύμα έχει τις ακόλουθες νομικές οδούς για την προστασία του, που μπορεί να ακολουθήσει διαζευκτικά ή παράλληλα:
α) Υποβολή Έγκλησης: Η έγκληση, ή όπως πιο συχνά αναφέρεται στο δημόσιο λόγο μήνυση, πρέπει να υποβληθεί εντός τριών μηνών από την ημερομηνία που πληροφορήθηκε ότι τελέστηκε η συκοφαντία εις βάρος του, διαφορετικά χάνεται η δυνατότητα προσφυγής στις ποινικές αρχές. Για αυτό απαιτείται προσοχή και γρήγορη προσφυγή σε δικηγόρο ούτως ώστε να μην απολεσθεί η σύντομη αυτή προθεσμία.
β) Άσκηση Αγωγής: Η κατάθεση της αγωγής έχει ως στόχο αφενός να παύσει ο εναγόμενος να προσβάλλει την υπόληψη του ενάγοντος αφετέρου την αποζημίωση του παθόντος από την προσβολή της προσωπικότητας (προστατευόμενο αγαθό είναι εν προκειμένω η τιμή του παθόντος, η οποία βλάπτεται)  εξαιτίας της συκοφαντίας με την επιδίκαση χρηματικής αποζημίωσης για την ηθική του βλάβη. Το ύψος της αποζημίωσης κρίνεται από τις ειδικότερες περιστάσεις κάθε περίπτωσης.
γ) Ασφαλιστικά Μέτρα: Σε περιπτώσεις, επαναλαμβανόμενων συκοφαντικών διαδόσεων, ο παθών μπορεί να αιτηθεί την άμεση προστασία του ζητώντας την έκδοση δικαστικής απόφασης με την οποία να διατάσσεται να απόσχει ο καθ’ ου από τις πράξεις αυτές, άλλως να επιβληθούν μέτρα όπως η προσωποκράτηση, η επιβολή χρηματικής ποινής κοκ.
Η αξία του ανθρώπου, είναι ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος. Η προσωπικότητα αποτελεί πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις – εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, όμως, η προσβολή της προσωπικότητας, σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου. Η τιμή είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία, με βάση την κοινωνική του αξία, συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του για την εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματός του. Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας, της οποίας η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 914, 919, 920, 932 ΑΚ, είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων, είναι α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου, που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο, όμως, είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκησή του καταχρηστική, κατά την έννοια των άρθρων 281 ΑΚ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, γ) υπαιτιότητα (πταίσμα) του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, εξαιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας (ΟλΑΠ 2/2008, ΑΠ 292/2020, ΑΠ 271/2012), εκδηλούμενη, είτε με τη μορφή του δόλου, είτε με τη μορφή της αμέλειας, η οποία υπάρχει, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια, που απαιτείται στις συναλλαγές (άρθρο 330 παρ. 2 του ΑΚ) και δ) επέλευση ηθικής βλάβης στον προσβληθέντα, τελούσα σε αιτιώδη σύνδεσμο με την παράνομη και υπαίτια προσβολή.
Αντιθέτως, δεν συνιστά γεγονός, η έκφραση γνώμης ή συγκεκριμένης αξιολογικής κρίσης ή άλλοι χαρακτηρισμοί, εκτός αν αυτά σχετίζονται και συνδέονται άμεσα με γεγονός που συνιστά το κρίσιμο του αδικήματος στοιχείο, έτσι, ώστε ουσιαστικά να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική βαρύτητά του, πράγμα που δεν συμβαίνει, όταν εκφράζονται ή εκδηλώνονται ανεξάρτητα και άσχετα με τον τρόπο αυτό (ΑΠ 841/2019, ΑΠ 1264/2016, ΑΠ 611/2015 ΠοινΔνη 2016 583. ΑΠ 871/2007, ΑΠ 1505/2005, ΑΠ 1462/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην έννοια του τρίτου, κατά την ερμηνεία του γράμματος των νομικών διατάξεων, εντάσσεται κάθε φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές, οι εισαγγελείς κ.λπ, που έλαβαν γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού ή της διάδοσης, ο ρόλος των οποίων, ως θεσμικών οργάνων της δικαιοσύνης που υποχρεούνται να λαμβάνουν και εξετάζουν δικόγραφα με τυχόν συκοφαντικούς ισχυρισμούς δεν αναιρεί την ιδιότητα τους ως τρίτων (ΑΠ 352/2020, ΑΠ 1926/2019, ΑΠ 841/2019, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 789/2019, ΑΠ 688/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1013/2018, ΑΠ 1777/2017 ΤΝΠ ΔΣΑ, αντιθ. ΑΠ 1353/2019, ΑΠ 1272/2019 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 640/2019, ΑΠ 690/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ μετά από συκοφαντικό δημοσίευμα:
Διαχρονικά , μεγάλα χρηματικά ποσά ως αποζημίωση έχουν επιδικάσει τα δικαστήρια της χώρας μας , υπέρ του θύματος που συκοφαντήθηκε από μέσα μαζικής ενημέρωσης ή μέσα κοινωνικής δικτύωσης .  Πέρα από την χρηματική ικανοποίηση του θύματος, εάν το     γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές , τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή και αν τελεί την πράξη δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του διαδικτύου, με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή.
Η ευθύνη του συντάκτη επιλήψιμου δημοσιεύματος σε έντυπο, όπως αναφέρεται στο άρθρο μόνο παρ. 1 του ν. 1178/1981, και του εκδότη, αν αυτός δεν είναι και ιδιοκτήτης του εντύπου ή του διευθυντή είναι υποκειμενική, προϋποθέτει δηλαδή πταίσμα, αυτοί όμως συγχρόνως ευθύνονται προς αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας ή της ηθικής βλάβης που έχει προκαλέσει το επιλήψιμο δημοσίευμα, η οποία ευθύνη τους θεμελιώνεται στις κοινές διατάξεις των άρθρων 57-59, 914, 932 ΑΚ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 361 επ. ΠΚ.
Ο ενάγων τον ιδιοκτήτη εφημερίδας ή το συντάκτη του δημοσιεύματος ή τον εκδότη για αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση λόγω περιουσιακής ζημίας ή ηθικής βλάβης που προκλήθηκε από επιλήψιμο εις βάρος του δημοσίευμα, αρκεί να ισχυρισθεί και ν` αποδείξει αφενός ότι εθίγη η τιμή και η υπόληψή του από το επίμαχο δημοσίευμα, κατά τρόπο παράνομο, είτε λόγω των περιεχομένων σ` αυτό ειδήσεων, είτε λόγω δυσμενών σχολίων και χαρακτηρισμών, αφετέρου ότι η προσβολή αυτή καλύπτεται κατά το υποκειμενικό στοιχείο, όπως προσδιορίζεται ανωτέρω, ήτοι συντρέχει πρόθεση του συντάκτη του δημοσιεύματος ή, εφόσον αυτός είναι άγνωστος, του εκδότη ή του διευθυντή συντάξεως.
Επομένως, το παράνομο της προσβολής αντιστοιχεί στην αντικειμενική υπόσταση των αδικημάτων της εξύβρισης, της απλής και της συκοφαντικής δυσφήμησης (άρθρα 361, 362-363 ΠΚ βλ. και ΑΠ 611/1995 ΕλλΔνη 1997.630, ΕφΑθ 624/1999 ΕλλΔνη 40.1198, Εφ Αθ 5783/1997 ΕλλΔνη 39.667, ΕφΑθ 3129/1988 ΝοΒ 36.1243).
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ. 920 ΑΚ, όποιος, γνωρίζοντας ή υπαίτια αγνοώντας, υποστηρίζει ή διαδίδει αναληθείς ειδήσεις, που εκθέτουν σε κίνδυνο την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον άλλου, έχει την υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Προϋποθέσεις για την εφαρμογή της άνω διατάξεως είναι η υποστήριξη ή η διάδοση αναληθών ειδήσεων.
Στο Twitter, όχι μόνο τα tweets που παρουσιάζουν γεγονότα που μειώνουν την κοινωνική αξιολόγηση ενός ατόμου αποτελούν συκοφαντική δυσφήμιση, αλλά και η πράξη του retweeting τέτοιων tweets είναι επίσης συκοφαντική δυσφήμιση.
Στον χώρο εργασίας, το ζήτημα της συκοφαντικής δυσφήμισης από email με ψευδή στοιχεία που αποστέλλεται σε περισσότερους συναδέλφους, εξαρτάται από το αν μπορεί να θεωρηθεί ότι έγινε «δημοσίως». Σε αυτή την περίπτωση, λόγω του  αριθμού των παραληπτών του email και της δυνατότητας διάδοσης, αποφασίστηκε ότι η πράξη ήταν «δημοσίως».
-ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ μετά από συκοφαντική δυσφήμιση για σεξουαλική παρενόχληση:
Ως σεξουαλική κακοποίηση ορίζεται η άσκηση μη επιθυμητής σεξουαλικής συμπεριφοράς από ένα άτομο προς ένα άλλο. Το θύμα γίνεται αποδέκτης πιέσεων, απειλών, ύβρεων αλλά και βίας, με στόχο τη μείωση ή και εξάλειψη των αντιστάσεών του και την ικανοποίηση των επιθυμιών του θύτη. Σύμφωνα με τον ορισμό από τον νόμο, «σεξουαλική παρενόχληση είναι οποιαδήποτε ανεπιθύμητη λεκτική, μη λεκτική ή σωματική συμπεριφορά σεξουαλικού χαρακτήρα που αποσκοπεί ή έχει ως αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος (άρθρο 2 περ. δ του ν. 3896/2010). ΔΕΝ θεωρείται σεξουαλική παρενόχληση το κομπλιμέντο, η πρόταση, το αστείο , ο θαυμασμός και η φιλική συζήτηση. ΔΕΝ θεωρείται σεξουαλική παρενόχληση το φλερτ. Φλερτ στην ανθρώπινη συμπεριφορά είναι η εκδήλωση ερωτικής συμπάθειας με συμπεριφορές που φανερώνουν το ενδιαφέρον ενός προσώπου προς κάποιο άλλο, με σκοπό την σύναψη ερωτικής σχέσης, χωρίς υπόσχεση ότι αυτό θα συμβεί.   Η σεξουαλική παρενόχληση, σύμφωνα με το άρθρο 337  του Ποινικού Κώδικα, αποτελεί «προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας» που αποτελείται από «άσεμνες χειρονομίες ή προτάσεις που αφορούν ασελγείς πράξεις» «προσβολή της αξιοπρέπειας ενός ατόμου στην περιοχή του / της σεξουαλικής ζωής της». Άσεμνες χειρονομίες συνεπάγονται σωματική επαφή (χάδια, κλπ) ενώ άσεμνες προτάσεις μπορεί να είναι προφορική ή γραπτή ή με χειρονομίες, χωρίς σωματική επαφή”.  Το θύμα δύναται να καταγγείλει την σεξουαλική παρενόχληση στον εισαγγελέα ή στην αστυνομία ή στον συνήγορο του Πολίτη ή στην δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος (για πράξη μέσω διαδικτύου) ή στην υπηρεσία αντιμετώπισης ενδοοικογενειακής βίας της αστυνομίας (για ενδοοικογενειακή βία) ή στο σώμα επιθεώρησης εργασίας ( συμβάν στον εργασιακό χώρο).
Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης καλέστε το 100 και αν δε μπορείτε να μιλήσετε, στείλτε μήνυμα ( sms ) γράφοντας το όνομα, το επώνυμο, τη διεύθυνση και το είδος της επείγουσας ανάγκης (π.χ. «κινδυνεύει η ζωή μου»).
Μπορείτε να μεταβείτε στην πλησιέστερη αστυνομική υπηρεσία και να αναφέρετε τι σας έχει συμβεί.
Αν πρόκειται για συμβάν που λαμβάνει χώρα μέσα στο ενδοοικογενειακό πλαίσιο, μπορείτε να επικοινωνήσετε με τις Υπηρεσίες Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας .
Αν πρόκειται για πράξη που έλαβε χώρα μέσω του διαδικτύου, μπορείτε να απευθυνθείτε στη Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος 11188.
Σημειώνεται ότι για τα αδίκημα κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας/ελευθερίας, από τη στιγμή που θα λάβουν γνώση οι αστυνομικές αρχές θα επιληφθούν άμεσα, με ευαισθησία και σεβασμό στην προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια του θύματος.
Επιπλέον μπορείτε να:
Αναφέρετε το περιστατικό στις κατά τόπο Εισαγγελικές Αρχές.
Απευθυνθείτε στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας 15512 (όταν πρόκειται για συμβάν που λαμβάνει χώρα σε εργασιακό χώρο).
Επικοινωνήστε με τα κατά τόπο Κέντρα Ψυχικής Υγείας και Δημόσια Νοσοκομεία για παροχή ψυχοκοινωνικής στήριξης.
Καλέσετε τη γραμμή SOS 15900 της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής, Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων για ψυχοκοινωνική στήριξη, νομική συμβουλευτική και φιλοξενία σε ξενώνες ή να επικοινωνήστε με τα κατά τόπο συμβουλευτικά κέντρα https://womensos.gr/symvouleutika_kentra_ota-2/ (που απευθύνονται σε γυναίκες)
Αναζητήσετε περισσότερες πληροφορίες https :// metoogreece . gr /…
Όποιος με χειρονομίες σεξουαλικού χαρακτήρα, με προτάσεις που αφορούν σεξουαλικές πράξεις, με σεξουαλικές πράξεις που τελούνται ενώπιον άλλου ή με επίδειξη των γεννητικών του οργάνων, προσβάλλει βάναυσα την αξιοπρέπεια άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση ως δύο έτη ή χρηματική ποινή. Για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση.
Κρίσιμες διατάξεις, είναι το άρθρο 337 του νέου Ποινικού Κώδικα (προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας) (εξής ΠΚ) και του άρθρου 361 ΠΚ (εξύβριση). Πολλές φορές το θύμα,  διστάζει να καταγγείλει το γεγονός, εξαιτίας του φόβου να γίνει ευρέως γνωστό στο κοινωνικό, εργασιακό και οικογενειακό περιβάλλον ή της ισχυρής θέσεως του δράστη και των συνεπειών ενδεχόμενης εκδίκησης ή του φόβου συκοφάντησης από την άλλη πλευρά.
Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρο 337 του νέου ΠΚ «1. Όποιος με χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα, με προτάσεις που αφορούν γενετήσιες πράξεις, με γενετήσιες πράξεις που τελούνται ενώπιον άλλου ή με επίδειξη των γεννητικών του οργάνων, προσβάλλει βάναυσα την τιμή άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος ή χρηματική ποινή..» ενώ σύμφωνα με την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου «Όποιος προβαίνει σε χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα ή διατυπώνει προτάσεις για τέλεση γενετήσιων πράξεων σε πρόσωπο που εξαρτάται εργασιακά από αυτόν ή εκμεταλλευόμενος την ανάγκη ενός προσώπου να εργαστεί, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή. Για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση.»
Στο σημείο αυτό και πριν την περαιτέρω ανάλυση, κρίσιμο είναι να διευκρινιστεί η διαφορά της έννοιας της σεξουαλικής παρενόχλησης, όπως ορίζεται στο πιο πάνω άρθρο του Ποινικού Κώδικα – προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας- με αυτή της έννοιας της γενετήσιας πράξης (βιασμός), όπως ορίζεται στο άρθρο 336 του νέου Ποινικού Κώδικα.
Σύμφωνα λοιπόν με το άρθρο 336, γενετήσια πράξη είναι η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας με αυτήν πράξεις. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων έχουν ερμηνεύσει την έννοια της γενετήσιας πράξης (βιασμός) ως η συνουσία, καθώς και άλλες πράξεις με την ίδια, από πλευράς προσβολής του εννόμου αγαθού της γενετήσιας ελευθερίας, βαρύτητα, όπως είναι, ενδεικτικά, η «παρά φύσιν» συνεύρεση, ο ετεροαυνανισμός, η πεολειξία, η αιδιολειξία, ή η χρήση υποκατάσταστων μέσων, δηλαδή πράξεις που δεν συνιστούν πάντοτε ή δεν προϋποθέτουν διεισδύσεις.
Από την άλλη, ως χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα, για τις οποίες κάνει λόγο το άρθρο 337 του νέου ΠΚ, νοούνται πράξεις ήσσονος βαρύτητας, οι οποίες όμως προσβάλλουν την γενετήσια αξιοπρέπεια, όπως χειρονομίες ή θωπείες ή ψαύσεις του σώματος, που δεν εξικνούνται σε γενετήσια πράξη. Τέλος πράξη γενετήσιου χαρακτήρα είναι συμπεριφορές ή χειρονομίες, οι οποίες κατά την κοινή αντίληψη υπαινίσσονται ή καταδεικνύουν ή παρωθούν σε γενετήσιες πράξεις.
Έτσι, χειρονομία γενετήσιου χαρακτήρα είναι ένα φιλί στο στόμα ή ένα χάδι στο στήθος ή τους μηρούς. Προτάσεις που αφορούν γενετήσιες πράξεις δεν περιέχουν μεν σωματική επαφή, πρέπει όμως να αναφέρονται υποχρεωτικά στην τέλεση πράξεων αυξημένης βαρύτητας στον χώρο της γενετήσιας ζωής, όπως είναι η συνουσία ή τα υποκατάστατά της. Επομένως, προτάσεις που αφορούν μικρότερης βαρύτητας πράξεις, όπως λ.χ. πρόταση για ένα φιλί, μόνον ως μορφές εξύβρισης μπορούν να αντιμετωπιστούν. Εναπόκειται στην ερμηνεία του δικαστηρίου για το εάν μία χειρονομία ή πρόταση θεωρείται γενετήσιου χαρακτήρα που προσβάλει βάναυσα την αξιοπρέπεια του άλλου ατόμου, οπότε στοιχειοθετείται το αδίκημα του 337 ή εάν πρόκειται για πρόταση που αφορά μικρότερης βαρύτητας πράξεις οπότε μόνον ως μορφή εξύβρισης (άρθρο 361) μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Ποιες χειρονομίες και πράξεις ΔΕΝ συνιστούν σεξουαλική παρενόχληση:
Περιπτώσεις που κατ’ αρχήν δε συνιστούν σεξουαλική παρενόχληση είναι η προσφορά ή το αίτημα εξυπηρέτησης με το αυτοκίνητο για τη μετακίνηση από και προς την εργασία, η προσφορά ενός καφέ, η οικειότητα και φιλικότητα που δημιουργείται μεταξύ συναδέλφων λόγω συνήθως της πολυετούς συνεργασίας τους πχ με τη μορφή αμφίδρομων αστεϊσμών ή τη συζήτηση προσωπικών ή οικονομικών προβληματισμών, η απεύθυνση – εννοείται μη χυδαίων και προσβλητικών – κομπλιμέντων. Στο σημείο αυτό πρέπει να επίσης να διευκρινιστεί είναι η διάφορά φλερτ και σεξουαλικής παρενόχλησης.
Το πρώτο θέτει ως βάση την ισότητα και αποσκοπεί στην εκδήλωση ενδιαφέροντος προς το άλλο άτομο, κάνοντάς το να νιώθει επιθυμητό, δημιουργώντας θετικά συναισθήματα που σέβονται τα προσωπικά όρια του αποδέκτη και σε περίπτωση μη ανταπόκρισης το άτομο σταματάει το φλερτ. Αντίθετα, η σεξουαλική παρενόχληση γίνεται παρά τη θέληση του ατόμου, δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα και παραβιάζει τα προσωπικά όρια με σκοπό την έκφραση και την επιβολή εξουσίας. Σε αρκετές περιπτώσεις ο θύτης ύστερα από την απόρριψη της παρενοχλητικής συμπεριφοράς από την πλευρά του θύματος δεν σταματάει και συνεχίζει να εκφράζει την ίδια συμπεριφορά με πιο έντονο τρόπο. Πάντως, αποτελεί απολύτως προσμετρήσιμο μέγεθος για την κατάφαση της παρενόχλησης η ιστορικότητα της θέσης που έχει λάβει το παρενοχλούμενο πρόσωπο στο συγκεκριμένο πλέγμα σχέσεων. Έτσι, έχει κριθεί ότι η προσφορά κάποιου δώρου ή κάποια φιλοφρονητική χειρονομία σε συνδυασμό με κάποιες διερευνητικές για τις διαθέσεις του άλλου συζητήσεις δεν αποτελούν επαρκή αποδεικτικά μέσα για την αποδοχή του ισχυρισμού περί σεξουαλικής παρενόχλησης, ιδίως όταν αυτό συνεπάγεται σημαντικές περιουσιακής φύσεως κυρώσεις.
Αναγκαίες επιπλέον προϋποθέσεις για να υπάρχει σεξουαλική παρενόχληση (προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας) κατά τον Ποινικό Κώδικα είναι:
Α. να προσβάλλεται βάναυσα η αξιοπρέπεια του άλλου στο πεδίο της γενετήσιας ζωής. Βάναυση θεωρείται η προσβολή όταν γίνεται κατά τρόπο ιδιαίτερα αγενή και συνεπάγεται σοβαρή μείωση της τιμής. Το πότε ωστόσο η προσβολή είναι βάναυση αποτελεί ένα δύσκολα αποδείξιμο μέγεθος.
Β. Ειδικά για το χώρο εργασίας, πρέπει ο δράστης να ενεργεί τις πιο πάνω πράξεις, εκμεταλλευόμενος την εργασιακή θέση του παθόντος ή τη θέση προσώπου που έχει ενταχθεί σε διαδικασία αναζήτησης εργασίας. Εκμετάλλευση γίνεται δεκτό ότι υπάρχει όταν ο δράστης επωφελείται από μία κατάσταση, τη χρησιμοποιεί δηλαδή ως ευκαιρία για να πετύχει κάποιο σκοπό, χωρίς όμως να προϋποτίθεται κατ’ ανάγκη μια σχέση υπηρεσιακής εξάρτησης. Έτσι το έγκλημα μπορεί εξίσου να τελεστεί από ομοβάθμιους συναδέλφους ή πελάτες όπως και από ιεραρχικά ανώτερους
Τέλος, αξίζει να τονιστεί πως η σχετική διάταξη του Ποινικού Κώδικα που αναφέρεται ειδικότερα στις περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας, περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις που ο δράστης χρησιμοποιεί χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα ή κάνει προτάσεις για τέλεση γενετήσιων πράξεων. Δεν περιλαμβάνει δηλαδή τις περιπτώσεις των γενετήσιων πράξεων που τελούνται ενώπιον άλλου και την επίδειξη των γεννητικών οργάνων του θύτη, που αναφέρονται επιπλέον στη γενικότερη διάταξη περί σεξουαλικής παρενόχλησης, -όχι μόνο δηλαδή αυτής που τελείται στο χώρο εργασίας. Οι περιπτώσεις αυτές, που δεν περιλαμβάνονται στην ειδικότερη διάταξη για το χώρο εργασίας, καλύπτονται από τη γενικότερη διάταξη.
Σε κάθε περίπτωση έχει κριθεί από τη νομολογία ότι αν ασκήθηκε ποινική δίωξη για το έγκλημα της σεξουαλικής παρενόχλησης, και τα περιστατικά που έγιναν δεκτά από το δικαστήριο δεν στοιχειοθετούν το έγκλημα αυτό, αλλά στοιχειοθετούν το αδίκημα της εξύβρισης, είναι επιτρεπτή η μεταβολή της κατηγορίας και έτσι ο δράστης να καταδικασθεί έστω και για το αδίκημα της εξύβρισης του άρθρου 361 («Όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης (άρθρα 362 και 363), προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση έως έξι μήνες ή χρηματική ποινή….».).
Συνοψίζοντας λοιπόν, το άτομο που έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας του μπορεί να υποβάλλει 1) έγκληση εναντίον του δράστη για το άρθρο 337 παρ. 4, το οποίο αναφέρεται ειδικότερα στις περιπτώσεις του εργασιακού χώρου, 2) έγκληση για την γενικότερη διάταξη του άρθρου 337 παρ. 1, και 3) έγκληση για το αδίκημα της εξύβρισης του άρθρου 361 ΠΚ. Η έγκληση, όμως, πρέπει οπωσδήποτε να υποβληθεί μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα που έγινε η πράξη. Μάλιστα εάν η έγκληση υποβληθεί την ίδια ή την επόμενη ημέρα από τότε που τελέστηκε η πράξη, τότε κινείται και η διαδικασία του αυτοφώρου.
Προσφυγή στα αστικά δικαστήρια:
Σύμφωνα με το νόμο 3896/2010 η σεξουαλική παρενόχληση συνιστά διάκριση λόγω φύλου και απαγορεύεται. Η παραβίαση της άνω απαγόρευσης γεννά, εκτός των άλλων, και αξίωση προς πλήρη αποζημίωση του θύματος.
Αυτό σημαίνει ότι όποιος έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση μπορεί, πέρα από την αναφερόμενη πιο πάνω ποινική διαδικασία, να απευθύνει στα αστικά δικαστήρια και σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 57, 59 και 932 ΑΚ να αξιώσει την παράλειψη της προσβολής στο μέλλον, εφόσον υπάρχει βάσιμος κίνδυνος επανάληψης της στο μέλλον, αποζημίωση και ικανοποίηση ηθικής βλάβης που υπέστη. Ακόμα, εάν πιθανολογείται ότι υπάρχει επικείμενος κίνδυνος, μπορεί να ζητηθεί με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων να διαταχθούν κατάλληλα περιοριστικά μέτρα (πχ να μην πλησιάζει ο δράστης σε απόσταση κάποιων μέτρων).
Σημαντικό είναι να τονιστεί πως σύμφωνα με το νόμο, σε περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας το βάρος απόδειξης αντιστρέφεται. Αυτό σημαίνει ότι το θύμα δεν είναι υποχρεωμένο να αποδείξει ότι υπέστη σεξουαλική παρενόχληση από το δράστη. Αντιθέτως, ο δράστης είναι αυτός που πρέπει να αποδείξει ότι δεν παρενόχλησε σεξουαλικά το θύμα. Τέλος, ο ίδιος νόμος προβλέπει ότι απαγορεύεται η καταγγελία ή η με οποιονδήποτε τρόπο λύση της σχέσεως εργασίας και της υπαλληλικής σχέσεως, καθώς και κάθε άλλη δυσμενής μεταχείριση όταν συνιστά εκδικητική συμπεριφορά του εργοδότη, λόγω μη ενδοτικότητας του εργαζομένου σε σεξουαλική ή άλλη παρενόχληση σε βάρος του.
Έτσι η νομολογία πάγια δέχεται ότι είναι άκυρη ως καταχρηστική η καταγγελία συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου, η οποία έγινε διότι ο μισθωτός απέκρουσε σεξουαλική παρενόχληση εκ μέρους του εργοδότη ή προς συγκάλυψη της παρενόχλησης αυτής. Επίσης, κρίθηκε ότι με τη σεξουαλική παρενόχληση της εργαζόμενης εκ μέρους του διευθυντή της επήλθε ηθική μείωση και προσβολή της προσωπικότητάς της, με συνέπεια η εξακολούθηση της εργασίας της στο χώρο της επιχείρησης να αποβεί δυσχερής για αυτή. Συνακόλουθα, το δικαστήριο έκρινε ότι πρόκειται για δυσμενή μεταβολή των όρων εργασίας της παρενοχλούμενης εργαζόμενης και άτακτη καταγγελία της συμβάσεως εργασίας της εκ μέρους της εργοδότριας εταιρείας, με αποτέλεσμα να δικαιούται την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης.
Διοικητικές κυρώσεις:
Ειδικότερα για τους δημοσίους υπαλλήλους:
Με το νόμο 3869/2010 η παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης, συμπεριλήφθηκε στα πειθαρχικά παραπτώματα, που μπορεί να τελέσει ένας δημόσιος υπάλληλος, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 107 του Υπαλληλικού Κώδικα. Συνεπώς, όποιος δημόσιος υπάλληλος έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση από συνάδερφο του μπορεί να το αναφέρει στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο, έτσι ώστε να κινηθεί η πειθαρχική διαδικασία για το αυτό ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα ή κάποιο άλλο παρεμφερές (πχ της αναξιοπρεπούς ή ανάρμοστης ή ανάξιας συμπεριφοράς) και να επιβληθεί στο δράστη κάποια από τις προβλεπόμενες πειθαρχικές ποινές του Υπαλληλικού Κώδικα.
Ειδικότερα για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους:
Ιδιωτικός υπάλληλος που υφίσταται σεξουαλική παρενόχληση μπορεί να κάνει αναφορά στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασία (Σ.ΕΠ.Ε), το οποίο λαμβάνει άμεσα διοικητικά μέτρα σε βάρος του εργοδότη και του επιβάλλει τις προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις.
Οποιοσδήποτε υπάλληλος, δημόσιος ή ιδιωτικός, υποστεί σεξουαλική παρενόχληση μπορεί να υποβάλλει αναφορά στο Συνήγορο του Πολίτη σύμφωνα με το άρθρο 25 του ν. 3896/2010. Αλλά και οποιαδήποτε καταγγελία ή πληροφορία περί σεξουαλικής παρενόχλησης περιέλθει σε δημόσια αρχή ή στο Σ.ΕΠ.Ε, τα τελευταία πρέπει να τη διαβιβάσουν άμεσα στο Συνήγορο του Πολίτη. Μεταξύ άλλων, ο Συνήγορος του Πολίτη παρέχει συνδρομή προς τα θύματα διακρίσεων λόγω φύλου, διαμεσολαβώντας με κάθε πρόσφορο τρόπο για την αποκατάσταση της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών και φροντίζοντας ότι η καταγγελία τους θα διερευνηθεί με τη δέουσα ταχύτητα, πληρότητα και αντικειμενικότητα.
Συνοψίζοντας, η σεξουαλική παρενόχληση είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο αρκετά σύνηθες ακόμα και σήμερα. Πρόκειται για μία υπαρκτή αλλά αθέατη κατάσταση, την οποία η κοινωνία δυστυχώς ακόμα και σήμερα την αντιμετωπίζει ως ταμπού, φροντίζοντας να αποκρύπτει επιμελώς την ύπαρξή της. Γι’ αυτό είναι σημαντικό τέτοιες παράνομες συμπεριφορές να καταγγέλλονται και να διώκονται, έτσι ώστε να τιμωρούνται οι δράστες, να αποτρέπονται οι υπόλοιποι, αλλά και να κινητοποιείται και η ίδια η Πολιτεία, προκειμένου να θεσπίζει διατάξεις που θα αντιμετωπίζουν αποτελεσματικότερα τέτοιες συμπεριφορές.
Δεν θεωρείται σεξουαλική παρενόχληση το φλερτ:    Το φλερτ δεν θεωρείται σεξουαλική παρενόχληση.  Κατά το Λεξικό Τριανταφυλλίδη, το φλερτ είναι «η εκδήλωση της ερωτικής συμπάθειας ή του ερωτικού ενδιαφέροντος προς κάποιον, με ορισμένη συμπεριφορά (κινήσεις, χειρονομίες, λόγια, βλέμματα) και με επιδίωξη τη σύναψη ερωτικής σχέσης· ερωτοτροπία».
Αυτός είναι και ο πιο συνήθης ορισμός που θα βρει κανείς αναζητώντας την έννοια του φλερτ, εκείνου του σαγηνευτικού παιχνιδιού .
Το φλερτ ενυπάρχει στην ανθρώπινη ιστορία από την αρχή της ύπαρξής της και με το πέρας των χρόνων εξελίσσεται και διαφοροποιείται ανάλογα με τις τάσεις της κάθε εποχής, τη νοοτροπία, την κουλτούρα και τον πολιτισμό του κάθε τόπου.
Εν πρώτοις, το φλερτ θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως μία έμφυτη ικανότητα του ανθρώπου ως σεξουαλικού όντος, ο οποίος εκ φύσεως προσπαθεί να ικανοποιήσει το πρωτόγονο ένστικτο της επιβίωσης.
Όπως κάθε παιχνίδι, έτσι και το παιχνίδι του φλερτ απαρτίζεται από συγκεκριμένους κανόνες. Η λεκτική επικοινωνία είναι κατ’ ουσία ανεπαρκής προκειμένου να εκφράσει την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σκέψεων και συναισθημάτων. Με την αποκρυπτογράφηση, λοιπόν, των ακούσιων ή και εκούσιων κινήσεων κάποιου μπορούμε να αντιληφθούμε τις τυχόν ερωτικές προθέσεις του.
Βιασμός: Για όσους καταδικάζονται για βιασμό, η μοναδική ποινή, είναι πλέον η ισόβια κάθειρξη, ενώ για όσους εκτίουν ποινή ισόβιας κάθειρξης για το ανωτέρω αδίκημα, ο χρόνος πραγματικής έκτισης εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων, αυξάνεται από τα 16 έτη που ίσχυε, στα 18 έτη. Για τα εγκλήματα προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας (πχ βιασμός), απαγορεύεται πλέον η αποφυλάκιση με ηλεκτρονικη επιτήρηση- βραχιολακι. Προβλέπεται Αυτεπάγγελτη δίωξη για την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας στον εργασιακό χώρο, χωρίς να απαιτείται η υποβολή μηνύσεως.
Ο χρόνος καταγγελίας του αδικήματος, είναι πέντε έτη και ο εισαγγελέας ασκεί την δίωξη κατόπιν αναφοράς, μήνυσης ή άλλης πληροφορίας ότι διαπράχθηκε το αδίκημα, χωρίς να απαιτείται η διαδικαστική προϋπόθεση της τρίμηνης προθεσμίας για την υποβολή έγκλησης(που ίσχυε μέχρι πρότινος).
– Θεσμοθετήθηκε ως Κακούργημα πλέον η αιμομιξία (άρθρο 345 ΠΚ).
Μέχρι πρότινος, αυτή η πράξη τιμωρείτο  ως πλημμέλημα με ποινή φυλάκισης από 3-5 έτη.
Το αδίκημα της αιμομιξίας ,τιμωρείται με κάθειρξη από 5-10 έτη αν η πράξη τελείται από τους γονείς και παππούδες  προς τα  παιδιά και  εγγόνια  αντίστοιχα.
– Απαλείφεται η διαζευκτικότητα των ποινών της ισόβιας ή πρόσκαιρης κάθειρξης στο αδίκημα του ομαδικού βιασμού. Αποκλειστικά προβλεπόμενη ποινή  του άρθρου 336 παρ. 3 ΠΚ ,είναι η ισόβια κάθειρξη.
– Εμπορία Ανθρώπων (άρθρο 323Α ΠΚ)
Αυστηροποίηση των ποινών στο αδίκημα της εμπορίας ανθρώπων (άρθρο 323Α ΠΚ). Αν από την πράξη επέλθει ο θάνατος, επιβάλλεται ποινή ισοβίου καθείρξεως. Έτσι ακολουθείται μία συστηματική συνέπεια αναφορικά με το επελθόν αποτέλεσμα σε σχέση και με την πρόβλεψη για τα λοιπά αδικήματα. Περαιτέρω η αυστηροποίηση αυτή σε συνδυασμό με την πρόβλεψη για την υφ’ όρον απόλυση διασφαλίζει την τιμωρία των ανθρώπων που εκμεταλλεύονται τους μετανάστες αλλά και την εμπορία γυναικών και ανηλίκων (πορνεία, ανήλικη εργασία κλπ)
Εγκλήματα σε βάρος ανηλίκων:
Η έναρξη της παραγραφής για αδικήματα σε βάρος ανηλίκων αφορά μόνο κακουργήματα και ξεκινά από την ενηλικίωση, δηλαδή από την συμπλήρωση των 18 ετών.
Η παραγραφή ξεκινά πλέον από την ενηλικίωση του ανηλίκου με παρέκταση ενός επιπλέον έτους, εφόσον η πράξη είναι πλημμέλημα ή τριών επιπλέον ετών, εφόσον η πράξη είναι κακούργημα. Δηλαδή:
Έναρξη παραγραφής για πλημμέλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας σε βάρος ανηλίκου: 18+ 1 = 19 ετών,
Έναρξη παραγραφής για κακούργημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας σε βάρος ανηλίκου: 18+ 3 = 21 ετών.
Με τον τρόπο αυτό δίνεται η δυνατότητα, ειδικά για τα αδικήματα αυτά, τα οποία έχουν μία ιδιάζουσα λόγω της φύσης τους απαξία, να υπάρχει επαρκής χρόνος, κατά τον οποίο ο ανήλικος θα μπορεί να τα καταγγείλει και η Πολιτεία θα μπορεί να τα διώξει ώστε να μην μένουν ατιμώρητες αυτές οι αξιόποινες συμπεριφορές.
– Θεσμοθετήθηκε η Αυτεπάγγελτη δίωξη των αδικημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας όταν στρέφονται σε βάρος ανηλίκων.
Η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας (άρθρο 337 ΠΚ) και η προσβολή της γενετήσιας ευπρέπειας (άρθρο 353 ΠΚ) για τους ανηλίκους  διώκεται αυτεπαγγέλτως.
Μέχρι πρότινος,οι πράξεις αυτές διώκοντο κατόπιν εγκλήσεως, δηλαδή εντός προθεσμίας τριών μηνών, με αποτέλεσμα η προθεσμία αυτή να κρίνεται ως ασφυκτική για την καταγγελία των ανωτέρω πράξεων.
Ο χρόνος καταγγελίας του αδικήματος είναι πέντε έτη και ο εισαγγελέας ασκεί την δίωξη κατόπιν αναφοράς, μήνυσης ή άλλης πληροφορίας ότι διαπράχθηκε το αδίκημα.
– Κακούργημα οι γενετήσιες πράξεις με ανηλίκους (αποπλάνηση ανηλίκων).
Το αδίκημα τιμωρείται πλέον μόνο ως κακούργημα σε όλες τις μορφές του.
Κατά συνέπεια αν σήμερα κάποιος αποπλανήσει ανήλικο έως 12 ετών η προβλεπόμενη ποινή είναι κάθειρξη από 10-15 έτη και αν αποπλανήσει ανήλικο από 12-15 ετών η προβλεπόμενη ποινή είναι κάθειρξη από 5-15 έτη.
– ΑΥΤΟΦΩΡΟ μετά από συκοφαντική δυσφήμιση:
Αν ο φερόμενος ως δράστης συκοφαντικής δυσφήμησης συνελήφθη επ’ αυτοφώρω από 01-07-2019 και μετά, ακολουθείται η διαδικασία του αυτοφώρου, εκτός αν ο εισαγγελέας κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι να μην εφαρμοστεί αυτή η διαδικασία( άρ. 417 ΚΠοινΔάρ. πρώτο ν. 4620/2019άρ. 585 ΚΠοινΔάρ. πρώτο ν. 4620/2019άρ. δεύτερο ν. 4620/2019(ΦΕΚ A 96/11-06-2019). Αν ο φερόμενος ως δράστης συκοφαντικής δυσφήμησης, δυσφήμησης ή εξύβρισης συνελήφθη επ’ αυτοφώρω από 26-02-2019 έως και 30-06-2019, αν δεν συντρέχουν ιδιαίτερα σοβαροί λόγοι, ακόμα και αν τα αδικήματα αυτά τελούνται δια του τύπου, δεν ακολουθείται η διαδικασία του αυτοφώρουάρ. 417 εδ. 2 ΚΠοινΔάρ. 32 ν. 4596/2019άρ. 48 ν. 4596/2019(ΦΕΚ Α 32/26-02-2019)άρ. 363 ΠΚάρ. 362 ΠΚάρ. 361 ΠΚ.         Η επικρατέστερη νομική άποψη, για το ανώτατο χρονικό όριο του αυτοφώρου, είναι έως τα μεσάνυχτα της επόμενης ημέρας του εγκλήματος. Δηλαδή, εάν το έγκλημα τελεστεί την Τετάρτη (έστω και την 23:50′), το αυτόφωρο λήγει τα μεσάνυχτα της Πέμπτης. Σημειωτέον ότι, εάν το έγκλημα τελεστεί την Πέμπτη (έστω και την 00:05′), το αυτόφωρο λήγει τα μεσάνυχτα της Παρασκευής (24:00′). Από τη σύγκριση των δύο περιπτώσεων που προαναφέρθηκαν ως παραδείγματα, γίνεται κατανοητό ότι, το αυτόφωρο διαρκεί το πολύ 47 ώρες και 59 λεπτά.
Κατά την αυτόφωρη διαδικασία, η υποχρέωση σύλληψης ανατίθεται στους προανακριτικούς υπαλλήλους. Ο κατηγορούμενος, αρχικά προσάγεται στο Αστυνομικό Τμήμα/Διεύθυνση, για σήμανση και λοιπά, όπου διενεργείται η “Αστυνομική προανάκριση”. Στη συνέχεια, το συντομότερο προσάγεται στον Εισαγγελέα ποινικής δίωξης, ο οποίος αποφασίζει εάν ο θα δικαστεί αμέσως από το αρμόδιο Δικαστήριο, ή θα ορισθεί τακτική δικάσιμος. Επίσης θα πρέπει να αναφερθεί ότι, πριν την προσαγωγή στον Εισαγγελέα, το αστυνομικό όργανο – ανακριτικός υπάλληλος που συνέλαβε τον δράστη, συντάσσει την καθορισμένη έκθεση.
– ΠΡΟΣΒΟΛΗ προσωπικότητας:
Σύμφωνα με το άρθρο 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να ζητήσει την άρση της προσβολής και τη μη επανάληψή της στο μέλλον. Αξίωση αποζημίωσης, κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις (άρθρα 914 επ. ΑΚ), δεν αποκλείεται, ύστερα από αίτηση του προσβληθέντος, όπως και της ικανοποίησης της ηθικής βλάβης, δοθέντος ότι ο σεβασμός της αξίας του ανθρώπου, περιεχόμενο του οποίου αποτελεί και η προστασία της προσωπικότητάς του, προστατεύεται και από το ίδιο το Σύνταγμα [άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 και 2 αυτού]. Προσβολή προσωπικότητας συνιστούν πράξεις, που περιέχουν ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής και επαγγελματικής προσωπικότητάς του, ακόμα και αν αυτές τον καθιστούν απλά ύποπτο, ότι μετέρχεται ανέντιμες μεθόδους κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του ή άλλων εκφάνσεων της ζωής του. Άλλωστε, από τις προαναφερόμενες νομικές διατάξεις, προκύπτει, ότι η προσβολή είναι παράνομη, όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή σε ενάσκηση μικρότερης σπουδαιότητας δικαιώματος ή κάτω από περιστάσεις που καθιστούν καταχρηστική την άσκησή του. Ο νόμος καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος, μόνο ως προς την αξίωση άρσης της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον, ενώ για την αξίωση χρηματικής, λόγω ηθικής βλάβης, ικανοποίησης, απαιτεί και το στοιχείο της υπαιτιότητας [ΟλΑΠ 812/1980, ΑΠ 1599/2000, ΑΠ 1735/2009].
Η προσβολή της προσωπικότητας μπορεί να προέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως εξύβριση  ή συκοφαντική δυσφήμηση, που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 361, 362 και 363 του Π.Κ.. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 362 και 363 Π.Κ., όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλο γεγονός, που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμησης, και αν το γεγονός αυτό είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε, ότι τούτο είναι ψευδές τότε διαπράττει το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης. Έτσι, για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης αμφοτέρων των άνω εγκλημάτων απαιτείται ισχυρισμός ή διάδοση από τον υπαίτιο, με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο, ενώπιον τρίτου, για κάποιον άλλο γεγονότος, που θα μπορούσε να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του. Από τις αμέσως ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 362 και 363 ΠΚ προκύπτει, ότι για την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται: α) ισχυρισμός ή διάδοση γεγονότος ενώπιον τρίτου σε βάρος ορισμένου προσώπου, β) το γεγονός να είναι δυνατόν να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου αυτού προσώπου, και γ) να είναι ψευδές και ο υπαίτιος να γνώριζε, ότι αυτό είναι ψευδές. Ως ισχυρισμός θεωρείται η ανακοίνωση, που προέρχεται ή από ίδια πεποίθηση ή γνώμη ή από μετάδοση από τρίτο πρόσωπο. Αντίθετα διάδοση υφίσταται, όταν λαμβάνει χώρα μετάδοση της από άλλον γενομένης ανακοίνωσης. Ο ισχυρισμός ή η διάδοση επιβάλλεται να γίνεται ενώπιον τρίτου. Αυτό το οποίο αξιολογείται είναι το γεγονός, δηλαδή οποιοδήποτε συμβάν του εξωτερικού κόσμου, αναγόμενο στο παρόν ή παρελθόν, υποπίπτον στις αισθήσεις και δυνάμενο να αποδειχθεί, αντίκειται δε προς την ηθική και ευπρέπεια. Αντικείμενο προσβολής είναι η τιμή και η υπόληψη του φυσικού προσώπου. Ο νόμος θεωρεί ως προστατευόμενο αγαθό την τιμή ή την υπόληψη του προσώπου, το οποίο είναι μέλος μιας οργανωμένης κοινωνίας και κινείται στα πλαίσια της συναλλακτικής ευθύτητας.
Η τιμή του προσώπου θεμελιώνεται επί της ηθικής αξίας, η οποία πηγή έχει την ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις. Δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσης ακόμη δε και χαρακτηρισμός, οσάκις αμέσως ή εμμέσως υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή, μόνον όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικώς να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα, άλλως μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά την ΠΚ 361. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 367 παρ. 1 περ. α’- δ’ ΠΚ, το άδικο των προβλεπόμενων στα άρθρα 361 επ. του ίδιου Κώδικα πράξεων αίρεται, μεταξύ των άλλων περιπτώσεων, που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, και όταν πρόκειται για εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις (περ. γ’ και δ’).
– ΠΡΟΣΒΟΛΗ προσωπικότητας από αναρτήσεις στο Facebook, Instagram, Twitter:                                                                                                                                                                                                 Αποδεκτές γίνονται τα τελευταία χρόνια αγωγές προσβολής προσωπικότητας μέσω αναρτήσεων σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, με το δικαστήριο να υποχρεώνει τον εναγόμενο σε διαγραφή των επίδικων αναρτήσεων και καταχώριση της περίληψης της Δικαστικής απόφασης σε δημοσίως ορατή θέση στο προσωπικό του προφίλ στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης.
Πιο αναλυτικά, το δικαστήριο έχει δεχθεί ότι ο δράστης που συκοφαντεί, χρησιμοποιώντας το προσωπικό του προφίλ στο Facebook ή Instagram ή Twitter,     προέβη στις επίδικες δημόσιες και ορατές σε οποιονδήποτε τρίτο αναρτήσεις, κάποιες από τις οποίες αναφέρονται ρητά στους ενάγοντες, ενώ άλλες το υπονοούν χωρίς ωστόσο να καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι τους αφορούν, προσβάλλοντας με πρόθεση την προσωπικότητά τους κατ’ επανάληψη και για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Διαθέσιμες στο gov.gr, είναι και οι ηλεκτρονικές καταγγελίες για εγκλήματα στον κυβερνοχώρο ( μέσα κοινωνικής δικτύωσης κλπ) προς την Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις μάλιστα, η δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος, έχει εξαφανίσει την συγκεκριμένη συκοφαντική δημοσίευση ή  και την προσωπική σελίδα του δράστη, μετά από καταγγελία του θύματος.
Η αποστολή της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος συμπεριλαμβάνει την πρόληψη, την έρευνα και την καταστολή εγκλημάτων ή αντικοινωνικών συμπεριφορών, που διαπράττονται μέσω του διαδικτύου – internet ή άλλων μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος είναι αυτοτελής κεντρική Υπηρεσία και υπάγεται απευθείας στον  Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας.

Πηγή